HMC 018
Νέο
Ρένα Κυριακού (1917-1994)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, έργο 18 (1938-40)
Παρτιτούρα ορχήστρας
Έκδοση σε συνεργασία με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών
Ορχήστρα: 2, 2, 3 (3.= B.Cl.), 2 – 4, 2, 3, 1 – Timp., 2 Perc. – Solo Pno. – Strings
Διάρκεια: 25’
ISMN: 979-0-801168-06-1
Σελίδες: 151
Επιμέλεια έκδοσης: Ιωάννης Φούλιας
Σχεδιασμός μουσικού κειμένου: Νίκος Πουλάκης
Εισαγωγικό και κριτικό σημείωμα: Ιωάννης Φούλιας
Μετάφραση στα αγγλικά: Ελένη Γρηγορέα
Σχεδιαστική επιμέλεια έκδοσης: Αντώνης Καπίρης
Ημερομηνία Διαθεσιμότητας:
Συνθέτης | Κυριακού, Ρένα |
Εισαγωγικό σημείωμα
Το όνομα της Ρένας Κυριακού (1917-1994) έχει πρωτίστως συνδεθεί με τις υψηλού επιπέδου πιανιστικές ερμηνείες της, τόσο σε συναυλίες στην Ελλάδα, την Ευρώπη και την Αμερική, όσο και σε ηχογραφήσεις άγνωστων είτε παραγνωρισμένων στα μέσα του 20ού αιώνος συνθέσεων των Felix Mendelssohn-Bartholdy (απάντων των πιανιστικών του έργων), Antonio Soler, John Field, Emmanuel Chabrier, Isaac Albéniz, Enrique Granados κ.ά.1 Η συνθετική της δραστηριότητα, εντούτοις, παραμένει ελάχιστα γνωστή, παρά το γεγονός ότι συνιστούσε αναπόσπαστο τμήμα των σπουδών και των απαρχών της μακράς καλλιτεχνικής της σταδιοδρομίας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 (σε ηλικία πέντε ετών)2 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1940. Στο Αρχείο Ρένας Κυριακού3 σώζονται 75 ολοκληρωμένα έργα της, στην συντριπτική τους πλειονότητα για σόλο πιάνο, καθώς επίσης ευάριθμα τραγούδια για φωνή και πιάνο, κομμάτια μουσικής δωματίου, για αρμόνιο, αλλά και το μοναδικό της κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα.4
Το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, opus 18 / ΑΚΣΡΚ 74, δεσπόζει ανάμεσα στα έργα της Κυριακού ως το πλέον εκτενές και φιλόδοξο, ενώ συγχρόνως αποτελεί το επιστέγασμα αλλά και την (απότομη) απόληξη της συνθετικής της πορείας. Οι πληροφορίες όσον αφορά την χρονολόγησή του είναι κάπως συγκεχυμένες· διότι, ναι μεν, στον “Κατάλογο Συνθέσεων της Ρένας Κυριακού”, που έχει συνταχθεί προσφάτως, δίνεται ως έτος σύνθεσης του έργου το 1943,5 αλλά στο ανυπόγραφο κείμενο του συνοδευτικού εντύπου της συναυλίας, στην οποία το κοντσέρτο αυτό παίχθηκε για πρώτη φορά, αναφέρεται ότι το έργο «γράφηκε στα 1938-1940»,6 ενώ και η ίδια η Κυριακού, σε συνομιλία της με τον δημοσιογράφο Νίκο Θ. Συναδινό το 1939, καταθέτει την ακόλουθη μαρτυρία: «Σχεδιάζω, ή – αφού επιμένεις – έχω γράψει το πρώτο και δεύτερο μέρος ενός κοντσέρτου για πιάνο κι’ ορχήστρα. Σχεδιασμένο είνε όλο. Μόνο το τελευταίο μέρος θέλει δούλεμα».7 Κατά συνέπειαν, φαίνεται πως η σύνθεση του κοντσέρτου έλαβε πράγματι χώραν μεταξύ των ετών 1938 και 1940 κατ’ αρχήν, αν και η πλήρης παρτιτούρα ενδέχεται από εκεί και ύστερα να αποπερατώθηκε μόλις κατά τα επόμενα χρόνια και ιδίως κατά το 1943, με αφορμή την επικείμενη πλέον παρουσίαση του έργου στο κοινό.8
Η πρώτη εκτέλεση του Κοντσέρτου για πιάνο της Κυριακού έλαβε χώραν στις 19 Δεκεμβρίου 1943, στο πλαίσιο τακτικής συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για την περίοδο 1943-1944, που δόθηκε στο Θέατρο «Παλλάς», με αρχιμουσικό τον Θεόδωρο Βαβαγιάννη (1905-1988) και σολίστ την συνθέτρια.9 Το έργο χαιρετίσθηκε ως το πρώτο κοντσέρτο ελληνίδας συνθέτριας και γνώρισε αρκετά θερμή υποδοχή από το κοινό,10 όχι όμως και από τους κριτικούς και δη τις γυναίκες μουσικοκριτικούς, οι οποίες επέκριναν – σε σειρά κριτικών σημειωμάτων στον ημερήσιο τύπο της εποχής – την τεράστια απόσταση που διέκριναν ανάμεσα στην εγνωσμένη ερμηνευτική δεινότητα και στην έντονα αμφισβητούμενη συνθετική ικανότητα της Κυριακού, την υφολογική, δομική και μορφολογική ασάφεια του έργου, την απουσία εμπνευσμένων μελωδικών ιδεών, ρυθμικής ποικιλίας, ικανοποιητικής θεματικής ανάπτυξης και συνοχής, καθώς και την ολοσχερή – σχεδόν – αδυναμία ανάδειξης του σολιστικού οργάνου έναντι της ορχήστρας.11 Σε κάθε περίπτωση, η γραφή του κοντσέρτου ήταν σίγουρα αρκετά τολμηρή για τα δεδομένα της αθηναϊκής μουσικής ζωής κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1940,12 ενώ η μετέπειτα παντελής εξαφάνιση του έργου από την ελληνική συναυλιακή δραστηριότητα θα πρέπει ασφαλώς να αποδοθεί σε πολλούς και ποικίλους επιπρόσθετους παράγοντες. Μαρτυρείται, παρ’ όλα αυτά, μία ακόμη εκτέλεση του έργου στην Ελβετία και, πιο συγκεκριμένα, σε συναυλία της Ορχήστρας της Ρωμανικής Ελβετίας που δόθηκε στις 14 Απριλίου 1954 στην Γενεύη, υπό την διεύθυνση του Jean Meylan (1915-1994) και με την συνθέτρια και πάλι στο πιάνο.13
Η παρούσα έκδοση του κοντσέρτου φιλοδοξεί να ανασύρει το έργο από την αφάνεια στην οποίαν έχει έκτοτε περιέλθει και να συμβάλει σε μια νέα, σύγχρονη και κατά το δυνατόν πληρέστερη αποτίμηση τόσο του ιδίου, όσο και της εν γένει συνθετικής προσφοράς της Ρένας Κυριακού.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΟYΛΙΑΣ
Σημειώσεις
1 Η διεξοδικότερη μέχρι στιγμής καταγραφή του βίου και της πλούσιας καλλιτεχνικής σταδιοδρομίας της Κυριακού έχει πραγματοποιηθεί από την Έφη Αγραφιώτη, στο τρίτο μέρος του βιβλίου της Η μουσική δεν είναι γένους θηλυκού; Η ελληνίδα μουσικός στην εστία της πολυτρόπου μούσας, Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων – Εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα 2004, σ. 225-274. Από τα μικρότερα λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες και λεξικά ξεχωρίζει το ανυπόγραφο “Κυριακού, Ρένα” στην Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα (τόμος 37, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1989, σ. 48), από το οποίο ουσιαστικά έχουν αντληθεί οι πληροφορίες των αντιστοίχων λημμάτων στο Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό (τόμος 5, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1991, σ. 115-116), στο επίτομο Λεξικό Ελλήνων Συνθετών της Αλέκας Συμεωνίδου (Φ. Νάκας, Αθήνα 1995, σ. 211), αλλά και στο Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής. Από τον Ορφέα έως σήμερα του Τάκη Καλογερόπουλου (τόμος 3, εκδόσεις Γιαλλελή, Αθήνα 1998, σ. 372-373).
2 Βλ. ενδεικτικά το άρθρο του Θεοδώρου Ν. Συναδινού, “Ένα μουσικόν φαινόμενον. Ένα κοριτσάκι πέντε ετών μουσουργός! Παίζει πιάνο και συνθέτει χωρίς να γνωρίζη μουσικήν”, Μουσική Επιθεώρησις 8, Μάιος 1922, σ. 1-3.
3 Το μεγαλύτερο μέρος του αρχείου (δημοσιεύματα, προγράμματα συναυλιών, επιστολές, φωτογραφίες, ηχογραφήσεις και άλλα τεκμήρια) φυλάσσεται σήμερα στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης (Ηράκλειο)· ωστόσο, οι πρωτότυπες παρτιτούρες των έργων της Ρένας Κυριακού βρίσκονται στην κατοχή του υιού της, κ. Θεοδώρου Χοϊδά, ενώ αντίγραφά τους έχουν παραχωρηθεί τόσο στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, όσο και στην Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής».
4 Για μιαν επαρκή επισκόπηση του συνθετικού έργου της Κυριακού, βλ. το σχετικό αφιέρωμα στο περιοδικό Μουσικός Λόγος 3, Νεφέλη, Αθήνα 2001, σ. 150-167, όπου δημοσιεύεται το άρθρο του Παύλου Καλλιγά, “Εισαγωγή στο συνθετικό έργο της Ρένας Κυριακού” (σ. 152-162), συνοδευόμενο από τον πρώτο πλήρη “Κατάλογο Συνθέσεων της Ρένας Κυριακού” (σ. 165-167). Η βραχυγραφία ΑΚΣΡΚ (= Αριθμός Καταλόγου Συνθέσεων Ρένας Κυριακού) αναφέρεται σε αυτήν ακριβώς την πηγή.
5 Βλ. ό.π., σ. 167. Πρβλ. επίσης: Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Αρχείο Ρένας Κυριακού, φακ. 8/6 («Συνθετικό έργο»).
6 Αδήλου, “Ρένας Κυριακού: Πρώτο Κοντσέρτο για πιάνο”, στο έντυπο πρόγραμμα της συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών της 19ης Δεκεμβρίου 1943· κατά πάσαν πιθανότητα, αυτό το εξαιρετικά σύντομο σημείωμα για το έργο έχει συνταχθεί από την ίδια την συνθέτρια. Πρβλ. επίσης το άρθρο του Κώστα Παράσχου, “Η μουσική κίνησις: Εξ αφορμής ενός κοντσέρτου”, εφ. Η Πρωΐα, Αθήνα, 17 Δεκεμβρίου 1943, σ. 2, όπου εξίσου κατηγορηματικά αναφέρεται πως το έργο «γράφτηκε στα 1938-1940», ενώ προστίθεται και η διευκρίνιση ότι «η συνθέτις έχει και δεύτερο κοντσέρτο που επεξεργάζεται ακόμα».
7 Νίκος Θ. Συναδινός, “Η πρώτη μεγάλη σύνθεσι της δίδος Ρένας Κυριακού, για πιάνο και ορχήστρα”, Τα Παρασκήνια 76, 28 Οκτωβρίου 1939 (βλ. Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Αρχείο Ρένας Κυριακού, φακ. 2/33· το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται επίσης – αν και με ορισμένες υφολογικές και ορθογραφικές παρεμβάσεις – στο βιβλίο της Αγραφιώτη, ό.π., σ. 245-247). Στην συνέχεια της ίδιας συνομιλίας, εξ άλλου, η συνθέτρια επικαλείται την γνώμη του άλλοτε καθηγητή της στην σύνθεση Paul-Henri Büsser (ή Busser, 1872-1973) και του διευθυντή του Ωδείου του Παρισιού Henri Rabaud (1873-1949) για το έργο της, λέγοντας πως «όταν τ’ άκουσαν σχεδιασμένο, στο Παρίσι, τους άρεσε πολύ».
8 Στο άρθρο του Καλλιγά (ό.π., σ. 159-160), υποστηρίζεται ότι ένας από τους κύριους λόγους που επέβαλαν την διακοπή της συνθετικής δραστηριότητος της Κυριακού ήταν, σύμφωνα με την ίδια, η «σοβαρή και επικίνδυνη για το παίξιμό της καταπόνηση του χεριού της από την καταγραφή της εκτενούς παρτιτούρας του Κοντσέρτου». Δεν αποκλείεται λοιπόν αυτό να υποδηλώνει την εσπευσμένη ολοκλήρωση της ενορχήστρωσης του έργου λίγο πριν την πρώτη του εκτέλεση· είναι, δηλαδή, αρκετά πιθανό η Κυριακού να άφησε ημιτελή – έως έναν βαθμό – την παρτιτούρα του κοντσέρτου της το 1940, προκειμένου να την συμπληρώσει αμέσως μόλις παρουσιαζόταν μια ρεαλιστική προοπτική δημόσιας εκτέλεσής του, όπως πράγματι συνέβη το 1943.
9 Βλ. πρωτίστως το σχετικό δελτίο συναυλίας που φυλάσσεται στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, Αρχείο Ρένας Κυριακού, φακ. 4/36.
10 Βλ. σχετικά: Ιωάννης Ψαρούδας, “Μουσική κίνησις: Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας”, εφ. Ελεύθερον Βήμα, Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 1943, σ. 1· Δ. Α. Χ. [Δημήτριος Α. Χαμουδόπουλος], “Η μουσική κίνησις: Η Στ΄ συναυλία της Ορχήστρας”, εφ. Η Πρωΐα, Αθήνα, 21 Δεκεμβρίου 1943, σ. 2.
11 Βλ. σχετικά: Αλεξάνδρα Λαλαούνη, “Μουσική ζωή: Η Κρατική Ορχήστρα υπό τον Βαβαγιάννη”, εφ. Η Βραδυνή, Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 1943, σ. 1· Μαίρη [Μπουσμπουρέλη-]Χαλκιά, “Μουσικά σημειώματα: Η 5η συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας”, εφ. Η Καθημερινή, Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 1943, σ. 1· Σοφία Κ. Σπανούδη, “Η μουσική κίνησις: Η συμφωνική συναυλία”, εφ. Αθηναϊκά Νέα, Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 1943, σ. 1. Πρβλ. ακόμη τις συνοπτικές σχετικές αναφορές στο βιβλίο της Αγραφιώτη (ό.π., σ. 248-249) και στο άρθρο του Καλλιγά (ό.π., σ. 159). Για μια πρώτη απόπειρα αναλυτικής προσεγγίσεως του έργου, βλ. επίσης Ιωάννης Φούλιας, “Ρένα Κυριακού (1917-1994): Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, opus 18”, στην διαδικτυακή διεύθυνση http://users.uoa.gr/~foulias > Επιλογή κειμένων.
12 Το γεγονός αυτό υποστηρίζεται και από τους μουσικοκριτικούς της εποχής, οι οποίοι εστιάζουν ιδιαίτερα την προσοχή τους τόσο στην τολμηρή νεωτεριστική αρμονική γραφή (Λαλαούνη, ό.π.· Χαμουδόπουλος, ό.π.· Μπουσμπουρέλη-Χαλκιά, ό.π.), όσο και στην επιτηδευμένη και πρωτότυπη ενορχήστρωση του έργου (Λαλαούνη, ό.π.· Ψαρούδας, ό.π.· Χαμουδόπουλος, ό.π.· Σπανούδη, ό.π.). Στην προαναφερόμενη συνομιλία της με τον Ν. Θ. Συναδινό, εξ άλλου, η Κυριακού παίρνει σαφείς αποστάσεις από την «εγχώρια μουσική παραγωγή», δηλώνοντας εμμέσως πλην σαφώς και την πλήρη αντίθεσή της προς την αισθητική και τις βασικές συνθετικές τεχνικές της ελληνικής Εθνικής Μουσικής Σχολής (πρβλ. Αγραφιώτη, ό.π., σ. 247).
13 Στο Αρχείο Ρένας Κυριακού (Ιστορικό Μουσείο Κρήτης) φυλάσσεται απόκομμα της εφημερίδος Genève της 14ης Απριλίου 1954 (φακ. 2/93), στο οποίο παρουσιάζονται αναλυτικά το πρόγραμμα και οι συντελεστές της συναυλίας που δόθηκε το ίδιο βράδυ και μεταδόθηκε ζωντανά από την ελβετική ραδιοφωνία (ατυχώς όμως δεν σώζεται ηχογράφηση της συναυλίας αυτής). Πρβλ. επίσης Αγραφιώτη, ό.π., σ. 258. Ο Καλλιγάς (ό.π., σ. 159), αντιθέτως, αναφέρει εκ παραδρομής τον Edmond Appia (1894-1961) ως αρχιμουσικό στην εν λόγω συναυλία, παρασυρόμενος προφανώς από άλλες αξιόλογες συμπράξεις της Κυριακού με την Ορχήστρα της Ρωμανικής Ελβετίας υπό την διεύθυνση του Appia.
28,00€
27,00€
40,00€
28,00€
30,00€
34,00€